Κουρίλας Ευλόγιος

Από Μακεδονομάχοι
Αναθεώρηση ως προς 05:00, 18 Ιουλίου 2024 από τον Evaglap (συζήτηση | συνεισφορές) ('''Κουρίλας Ευλόγιος'''. Διετέλεσε Ιερομόναχος.)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)

Ευλόγιος Κουρίλας
Ευλόγιος Κουρίλας
α/α102919
ΕπώνυμοΚουρίλας
ΌνομαΕυλόγιος
Τόπος καταγωγήςΖίτσιστα
Περιοχή καταγωγήςΒόρειος Ήπειρος
Εκκλησιαστικό ΑξίωμαΙερομόναχος


Κουρίλας Ευλόγιος. Διετέλεσε Ιερομόναχος.

Βιογραφικό

Ο Μητροπολίτης Ευλόγιος (κατά κόσμον Ηλίας Κουρίλας) γεννήθηκε στο χωριό Ζήτσιστα της Κορυτσάς το 1880. Ήταν ένα από τα τρία παιδιά του Βασιλείου και της Σοφίας Κουρίλα.

Το 1892 εγκαταστάθηκε στο Άγιο Όρος κι έμεινε κοντά στον αυτάδελφό του γέροντα Θεόφιλο, στο κελί του Αγίου Δημητρίου, που υπαγόταν στην Ιερά Μονή Φιλοθέου. Δύο χρόνια αργότερα μετέβη στη Μονή Μεγίστης Λαύρας, όπου προσελήφθη ως υποτακτικός από τον προϊστάμενο της μονής γέροντα Γαβριήλ τον Ίμβριο, εκάρη μοναχός και έλαβε το εκκλησιαστικό όνομα Ευλόγιος.

Ο Ευλόγιος, μετά την αποφοίτηση από τις γυμνασιακές σπουδές στον Άθω, μετέβη στην Κωνσταντινούπολη, με την ευλογία και τη διαμεσολάβηση του Γαβριήλ, για να συνεχίσει τη μόρφωσή του στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, υπό τον αρχιμανδρίτη Χριστόφορο Κτενά. Όμως, λόγω του υγρού κλίματος και μετά από σύσταση των γιατρών, εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη και συνέχισε τις σπουδές του στη Β΄ Βαρβάκειο Σχολή στην Αθήνα. Το 1907, ως φοιτητής της Θεολογίας, εξελέγη πρόεδρος του Συνδέσμου Φοιτητών. Το 1908, ως μέλος του Παμμακεδονικού Συλλόγου Αθηνών, διορίστηκε ειδικός γραμματέας και αναμείχθηκε στον Μακεδονικό Αγώνα. Ο Ευλόγιος αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών το 1911 ή το 1912. Στην ίδια σχολή έλαβε το μεταπτυχιακό του στη Φιλοσοφία καθώς και το διδακτορικό του δίπλωμα στις Ανθρωπιστικές Επιστήμες.

Το 1912 έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως επικεφαλής υπαξιωματικός 100 οπλιτών.

Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης επέστρεψε στο Άγιο Όρος, όπου αγωνίστηκε κατά της ρωσικής προτάσεως να λειτουργήσει το Όρος ως ένα είδος προτεκτοράτου υπό διεθνή επιτροπεία, στο οποίο θα είχαν τη διεύθυνση οι Σλάβοι μοναχοί, λόγω της πλεοψηφικής παρουσίας τους στην περιοχή. Ο Κουρίλας ως εκπρόσωπος της Μονής Μεγίστης Λαύρας αγωνίστηκε να δημιουργηθεί κίνημα αντιστάσεως κατά των βλέψεων της Ρωσίας στη διοίκηση του Αγίου Όρους με την επαναφορά της κοινοβιακής μορφής διοικήσεως των ιερών μονών, που είχε καταργηθεί λόγω Τουρκοκρατίας.

Την περίοδο των Νοεμβριανών γεγονότων του 1917 στην Αθήνα, ο Κουρίλας συμμετείχε με τη δημιουργία ομάδας, η οποία ετάχθη υπέρ του Βασιλέως Κωνσταντίνου ΙΒ΄. Με την επικράτηση του κινήματος και την απομάκρυνση του βασιλέως Κωνσταντίνου, ο Κουρίλας βρέθηκε αντιμέτωπος πολλαπλών διώξεων και αναχώρησε από την Αθήνα για να καταφύγει στο Άγιο Όρος. Στις 7 Σεπτεμβρίου του 1917 διετάχθη να παρουσιασθεί στη διοίκηση της Χωροφυλακής Πολυγύρου, όπου του ανακοινώθηκε ότι είναι ανεπιθύμητος στο Όρος.

Στις 15 Σεπτεμβρίου, όταν επέστρεψε στην Αθήνα, πληροφορήθηκε ότι στις 4 Σεπτεμβρίου είχε παυθεί από Ελληνοδιδάσκαλος, λόγω της συμμετοχής του στα Νοεμβριανά. Στη συνέχεια δίδαξε για λίγο διάστημα στη σχολή Παναγιωτόπουλου στον Πειραιά. Στις 8 Δεκεμβρίου 1917, με ένταλμα συλλήψεως, συνελήφθη και οδηγήθηκε στο Α΄ Στρατοδικείο για ανάκριση. Στις 29 Μαρτίου 1918 παραπέμφθηκε σε δίκη, κηρύχθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 4 ετών. Στις 17 Ιουλίου του ίδιου χρόνου οδηγήθηκε στις φυλακές της Αίγινας, όπου παρέμεινε μέχρι τις 7 Φεβρουαρίου 1919, όταν του απονεμήθηκε χάρη.

Στις 2 Ιανουαρίου 1921, ο Κουρίλας επανήλθε στη δημόσια εκπαίδευση ως δευτεροβάθμιος καθηγητής στο 6ο σχολείο και προήχθη σε πρωτοβάθμιο καθηγητή στις 5 του ίδιου μήνα. Στις 21 Μαρτίου 1923 υποβιβάστηκε σε δευτεροβάθμιο καθηγητή του γυμνασίου Σητείας Κρήτης και παραιτήθηκε από τη θέση αυτή στις 11 Μαΐου 1923. Το 1924, μετά από παράκληση της μονής, επανήλθε στη Μεγίστη Λαύρα και πρόσφερε τις υπηρεσίες του στα γενικά διοικητικά όργανα του Αγίου Όρους, ενώ έγινε αντιπρόσωπος της μονής στην Iερά Κοινότητα. Τον ίδιο χρόνο συνέβαλε στη διαμόρφωση και σύνταξη του Καταστατικού Χάρτη του Αγίου Όρους.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’40 ο Ευλόγιος κατηγορήθηκε για υπεξαίρεση εγγράφων και σπάνιων χειρογράφων του αποβιώσαντος μοναχού Χρυσοστόμου, αλλά αθωώθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1933. Το 1935 υπέβαλε διδακτορική διατριβή με τίτλο: «Ἡ Μοσχοπόλις καί ἡ Νέα Ἀκαδημία αὐτῆς, ἡ καταγωγή τῶν Κουτσοβλάχων καί ἡ ἐγγραμμάτισις τῆς γλώσσης αὐτῶν», απέσπασε τον βαθμό άριστα και ο Κουρίλας ανακηρύχθηκε παμψηφεί διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Στις 2 Απριλίου 1937 ο μοναχός Ευλόγιος χειροτονήθηκε Διάκονος και Πρεσβύτερος την επόμενη ημέρα από τον Μητροπολίτη Χριστουπόλεως Μελέτιο. Στις 11 Απριλίου 1937 ο Ευλόγιος χειροτονήθηκε Επίσκοπος Κορυτσάς. Στα δύο χρόνια της παραμονής του στην Κορυτσά οργάνωσε κατηχητικά σχολεία και ίδρυσε Ιεροδιδασκαλείο ή Σεμινάριο με την οικονομική στήριξη του Μπαγκείου κληροδοτήματος, του Εθνικού ευεργέτη Ιωάννου Μπάγκα. Ως αντιπρόσωπος της Ορθόδοξης εκκλησίας της Αλβανίας έλαβε μέρος στη γενική συνέλευση του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών που συνήλθε στο Εδιμβούργο, ενώ περιόδευσε στα 120 χωριά της επαρχίας του φροντίζοντας για την ενίσχυση του ορθόδοξου στοιχείου.

Στις 7 Απριλίου 1939 η Κορυτσά κατελήφθη από τους Ιταλούς και ο Ευλόγιος κάλεσε τον λαό σε αντίσταση, διότι κινδύνευε η πατρίδα. Οι ιταλικές αρχές κατοχής παρεμπόδισαν με κάθε τρόπο τον Ευλόγιο στην άσκηση των επισκοπικών του καθηκόντων. Έτσι, ζήτησε δήμηνη άδεια απουσίας από την επισκοπική έδρα και του χορηγήθηκε άδεια δεκαπέντε ημερών. Στις 7 Αυγούστου ο Ευλόγιος αναχώρησε από την Αλβανία και μέσω Κρυσταλλοπηγής ταξίδεψε στην Ελλάδα, ενώ μετά τη λήξη της αδείας του οι Ιταλοί τού απαγόρευσαν να επιστρέψει, επειδή δεν είχε την αλβανική υπηκοότητα.

Ο Ευλόγιος κατέβαλε μεγάλες προσπάθειες να επιστρέψει στην επισκοπική έδρα της Κορυτσάς και απευθύνθηκε προς τον Pelegrino Ghigi, πληρεξούσιο Υπουργό της Ιταλίας για την Ελλάδα, από τον οποίο ζήτησε την άρση της απαγορεύσεως εισόδου του στην Αλβανία στο τέλος του 1939. Τελικά, στις 8 Απριλίου 1941, η Σύνοδος της αυτοκέφαλης Αλβανικής εκκλησίας με επιστολή της γνωστοποίησε στον Ευλόγιο την απαλλαγή του από τα καθήκοντα του Μητροπολίτου.

Στις 4 Ιανουαρίου 1944 ο Ευλόγιος συνελήφθη αιχμάλωτος από τις ένοπλες συμμορίες του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ. στο σπίτι του στην Κυψέλη. Παρέμεινε όμηρος για κάποιο χρονικό διάστημα και ακολούθησε την ίδια δραματική διαδρομή μαζί με περίπου εκατό ακόμη ομήρους, φτάνοντας ως την περιοχή του Παρνασσού, όπου κατάφερε να δραπετεύσει και να σωθεί. Ο Ευλόγιος Κουρίλας απελύθη από τη θέση του καθηγητή αυτοδικαίως, με βάση το άρθρο 4 της υπ’ αριθμ. 60/1945 συντακτικής πράξεως, εφόσον ο διορισμός του έγινε επί Κατοχής. Με βασιλικό διάταγμα ο Κουρίλας διορίστηκε καθηγητής της Β΄ τακτικής Έδρας της Αρχαίας Ιστορίας στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Στις 11 Ιουνίου 1949 ο Ευλόγιος Κουρίλας απολύθηκε από τη θέση στο Πανεπιστήμιο και συνταξιοδοτήθηκε.

Ο Ευλόγιος παράλληλα με τα ακαδημαϊκά του καθήκοντα υπήρξε ένας από τους επικεφαλής της Κεντρικής Επιτροπής Βορειοηπειρωτικού Αγώνα, που επεδίωκε την προσάρτηση της Βορείου Ηπείρου στην Ελλάδα. Το 1948 ίδρυσε σύλλογο Βορειοηπειρωτων στην Αθήνα, με την επωνυμία «Σελασφόρος» Κορυτσάς-Μοσχοπόλεως-Πρεμετής-Κολωνίας. Σκοπός του συλλόγου ήταν ο αγώνας για την πραγμάτωση των εθνικών δικαίων, η εμψύχωση των μελών του, η συστηματική καταπολέμηση κάθε προπαγάνδας, η διατήρηση των εθίμων και η παροχή κάθε βοήθειας στους καταδιωκομένους ομογενείς σε συνεργασία με την Κεντρική Επιτροπή Βορειοηπειρωτικού Αγώνος.

Απεβίωσε στην κωμόπολη Στρατονίκη του νομού Χαλκιδικής από ημιπληγία, στη διάρκεια επισκέψεως σε συγγενείς του στις 21 Απριλίου 1961.

Φωτογραφίες

Βιβλιογραφία

  • (ΗΒ007) Κατάλογος των υπό των οργάνων του Βουλγαρικού Κομιτάτου δολοφονηθέντων Ορθοδόξων εν Μακεδονία και Θράκη κατά τα τελευταία πέντε έτη μετά παραρτήματος σχετικών τινών εγγράφων, Εκ του Πατριαρχικού Τυπογραφείου, Εν Κωνσταντινουπόλει 1904.
  • (ΗΒ064) Κοσμά Κωνσταντίνου Γεωργ, Ευλόγιος Κουρίλας, Μητροπολίτης Κορυτσάς: Εθνική και Εκπαιδευτική δράση, Μεταπτυχιακή Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.), Σχολή Θεολογική, Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας, Θεσσαλονίκη 2016, σελ. 12 – 13, 17, 24 – 26, 31, 33 – 35, 47 – 48, 51, 57, 59, 100.

Πηγές



Κάθε αναδημοσίευση του παρόντος άρθρου θα πρέπει να αναφέρει ως πηγή της αναδημοσίευσης, την ιστοσελίδα «Μακεδονομάχοι», καθώς επίσης και την αρθρογράφο - συγγραφέα του άρθρου, Ευαγγελία Κ. Λάππα.