Πολίτης Νικόλαος

Από Μακεδονομάχοι
Αναθεώρηση ως προς 15:33, 18 Ιουλίου 2024 από τον Evaglap (συζήτηση | συνεισφορές) (Αντικατάσταση κειμένου - «Εργαστήκε» σε «Εργάστηκε»)
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)

Νικόλαος Πολίτης
Νικόλαος Πολίτης
Πολίτης Νικόλαος.jpg
α/α102311
ΕπώνυμοΠολίτης
ΌνομαΝικόλαος
Τόπος καταγωγήςΕλαιοχώρι
Νομός καταγωγήςΜεσσηνίας
Ημερομηνία γέννησεως1852
Τόπος θανάτουΑθήνα Αττικής
Ημερομηνία θανάτου12 Ιανουαρίου 1921
ΠατρώνυμοΓεώργιος Πολίτης
Αδέλφια (Συνολικά)3
ΣύζυγοςΜαρία
Τέκνα (Αριθμός)5
Επάγγελμα - ΤέχνηΚαθηγητής Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Ιδιότητα ΜακεδονομάχουΜέλος Μακεδονικού Κομιτάτου Αθηνών


Πολίτης Νικόλαος (1852 - 12 Ιανουαρίου 1921) Εργάστηκε ως Καθηγητής Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Η ιδιότητά του στον Μακεδονικό Αγώνα ήταν Μέλος Μακεδονικού Κομιτάτου Αθηνών.

Βιογραφικό

Ο Νικόλαος Πολίτης του Γεωργίου γεννήθηκε το 1852 στα Γιαννιτσάνικα (σημερινό Ελαιοχώρι) της Μεσσηνίας (με πιθανόν εβραϊκές ρίζες) και είχε άλλα δύο αδέλφια. Μεγάλωσε στην Καλαμάτα.

Το 1866, όταν έγινε η Κρητική Επανάσταση, ήταν 14 ετών κι έφυγε από την Καλαμάτα για να πολεμήσει στην Κρήτη, αλλά οι γονείς του τον αναζήτησαν και τον γύρισαν πίσω από το Ναύπλιο. Τον Ιούνιο του 1868 αποφοίτησε από το Γυμνάσιο της Καλαμάτας και από τον Σεπτέμβριο του 1868 έως το 1872 σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, με καθηγητή τον Κωνσταντίνο Κόντο, και στη συνέχεια από το 1874 έως το 1875 σπούδασε Νομικά.

Από το 1870 έγινε μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός» -του οποίου διατέλεσε και πρόεδροςκαι εξέδωσε μαζί με τον Σπυρίδωνα Λάμπρο το περιοδικό «Νεοελληνικά Ανάλεκτα Παρνασσού». Ως φοιτητής συμμετείχε στα Στυλιτικά επί κυβερνήσεως του Δημητρίου Βούλγαρη, όταν οι σπουδαστές ζητούσαν την παραίτηση της κυβερνήσεως, ενώ στη διάρκεια των σπουδών του συνεργάστηκε με διάφορα περιοδικά της εποχής.

Το 1876 ολοκλήρωσε τις νομικές σπουδές του στην Αθήνα και εγκαταστάθηκε στο Μόναχο, με υποτροφία της ελληνικής κυβερνήσεως, όπου γνωρίστηκε με τον διάσημο βυζαντινολόγο και νεοελληνιστή Καρλ Κρουμπάχερ, στον οποίο έμαθε και νεοελληνικά, ενώ διέκοψε για λίγο διάστημα την υποτροφία του και ήρθε να πολεμήσει στη Θεσσαλία. Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1880 και εργάστηκε στη Βιβλιοθήκη της Βουλής κατατάσσοντας τα βιβλία της και είναι ο συντάκτης του καταλόγου της Βιβλιοθήκης.

Το 1882 ίδρυσε μαζί με τον Σπυρίδωνα Λάμπρο, τον Γεώργιο Δροσίνη και τον Τιμολέοντα Φιλήμονα, που εκλέχθηκε πρόεδρος, ενώ ο ίδιος ανέλαβε αντιπρόεδρος, την «Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία Ελλάδος» [Ι.Ε.Ε.Ε.], μέλη της οποίας δημιούργησαν την «Εθνική Εταιρεία», στην οποία εντάχθηκε ως μέλος προς τα τέλη της δεκαετίας του 1890. Από το 1884 ανέλαβε θέσεις στο Υπουργείο Παιδείας, αρχικά ως Τμηματάρχης Μέσης Εκπαιδεύσεως, θέση από την οποία το 1887 είχε απευθύνει εγκύκλιο στους Έλληνες εκπαιδευτικούς και τους προέτρεπε να συγκεντρώσουν «λαογραφικό» υλικό, και στη συνέχεια ως Γενικός Διευθυντής. Βοήθησε στην ανανέωση της εκπαιδευτικής πολιτικής με την εισαγωγή των νέων ελληνικών στη Μέση Εκπαίδευση. Αναδείχθηκε, μαζί με τους Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο και Γεώργιο Χατζιδάκη, σε κύριο εκφραστή της αντιστάσεως στη θεωρία του Φαλμεράυερ για την καταγωγή των Ελλήνων και με τα επιχειρήματά του κατάφερε καίρια πλήγματα στις ανθελληνικές του απόψεις και ανέδειξε την εσφαλμένη αφετηρία τους.

Το 1890 εκλέχθηκε καθηγητής Μυθολογίας και Ελληνικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, του οποίου διατέλεσε κοσμήτορας το Ακαδημαϊκό έτος 1907-1908, όταν πρόσθεσε στην πανεπιστημιακή του διδασκαλία μαθήματα «Λαογραφίας» και δίδασκε ως το τέλος της ζωής του, ενώ μεταξύ των μαθητών του περιλαμβάνονται οι Στίλπων Κυριακίδης, Σωκράτης Κουγέας και Γεώργιος Μέγας. Το 1889 και έως το 1890 ανέλαβε με τον Γεώργιο Δροσίνη τη διεύθυνση του περιοδικού «Εστία», καθώς και στο «Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Barth & Hirst».

Περί τα 1900, προκλήθηκε μια αντιπαράθεση του Πολίτη με τον ποιητή Κωστή Παλαμά, που είχε γράψει για τη λέξη «ρωμιοσύνη» ότι είναι ωραία λέξη και πρότεινε να τη βάλουμε στη θέση της λέξης «ελληνισμός», αφού η «ρωμιοσύνη» είναι δεμένη με τη ζωή μας, ενώ ο Πολίτης πίστευε ότι έχουμε μια παράδοση από την αρχαία Ελλάδα κι ότι η «ρωμιοσύνη» είναι επωνυμία που θυμίζει κουρέλια, σκλαβιά, και πρότεινε τη λέξη «ελληνισμός».

Νυμφεύθηκε και απέκτησε πέντε παιδιά, μία κόρη που πέθανε σε νεαρή ηλικία και τέσσερις γιους. Το όνομα της συζύγου του ήταν Μαρία.

Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, ήταν μέλος του Ελληνικού Μακεδονικού Κομιτάτου.

Ο Πολίτης ίδρυσε το 1908 την «Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία», όμως ήδη από το 1884 είχε εισηγηθεί την χρήση του όρου «λαογραφία» ως αντίστοιχο των ευρωπαϊκών όρων «Folklore» («αυτό που γνωρίζει ο λαός», δηλαδή «το τι πιστεύει, λέει και πράττει κατά παράδοση»), και «Volkskunde» (λαογνωσία, που σημαίνει αυτό που εμείς γνωρίζουμε για τον λαό και όχι αυτό που γνωρίζει ο λαός), ενώ το 1909 ξεκίνησε την έκδοση του περιοδικού «Λαογραφία» και αργότερα το περιοδικό «Επετηρίς του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας» της Ακαδημίας Αθηνών.

Το 1914 ίδρυσε την «Εθνική Μουσική Συλλογή», με σκοπό την έρευνα και τη μελέτη της παραδοσιακής μας μουσικής, και το 1918 ίδρυσε το «Λαογραφικό Αρχείο».

Κατά τη διάρκεια του Εθνικού Διχασμού, πήρε το μέρος του Βενιζέλου, στου οποίου την προσωρινή κυβέρνηση διατέλεσε Υπουργός Εξωτερικών από τον Ιούνιο του 1917.

Το 1922 ο Νικόλαος Πολίτης, ενώ βρισκόταν στο Παρίσι και σε επαφή με τον Βενιζέλο, έγινε Υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Ζαΐμη.

Απεβίωσε στις 12 Ιανουαρίου 1921 στην Αθήνα.

Φωτογραφίες

Βιβλιογραφία

  • (Β003) Γύπαρη Παύλου Ιωσήφ, Οι πρωτοπόροι του Μακεδονικού Αγώνος 1903 – 1909, Ιδιωτική Έκδοση, Αθήνα 1962.
  • (Β050) Λάμψα Ιωάννη, Μεγάλες Μορφές 20 αιώνων, Τόμος Δ΄, Έλληνες που διακρίθηκαν, Εκδόσεις Ελεύθερος τύπος της Κυριακής, Αθήνα 1996.
  • (Β022) Παπαφλωράτου Ιωάννη Σ, Η ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833 – 1949), Η δράση των I-VII Μεραρχιών Πεζικού, Νομική και χαρτογραφική παρουσίαση των γεγονότων, Τόμος Α΄, Εκδόσεις Σακούλα Α.Ε, Αθήνα 2014.

Πηγές



Κάθε αναδημοσίευση του παρόντος άρθρου θα πρέπει να αναφέρει ως πηγή της αναδημοσίευσης, την ιστοσελίδα «Μακεδονομάχοι», καθώς επίσης και την αρθρογράφο - συγγραφέα του άρθρου, Ευαγγελία Κ. Λάππα.