Ιωάννης Αργυρόπουλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Μακεδονομάχοι
Ιωάννης Αργυρόπουλος
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ (Αντικατάσταση κειμένου - «Εργαστήκε» σε «Εργάστηκε»)
 
(3 ενδιάμεσες αναθεωρήσεις από τον ίδιο χρήστη δεν εμφανίζεται)
Γραμμή 9: Γραμμή 9:
| date_of_birth          = 1852
| date_of_birth          = 1852
| place_of_sacrifice    = Κλεισούρα Καστοριάς
| place_of_sacrifice    = Κλεισούρα Καστοριάς
| date_of_sacrifice      = 20 Ιανουαρίου 1920
| date_of_sacrifice      = [[:Κατηγορία:20 Ιανουαρίου|20 Ιανουαρίου]] [[:Κατηγορία:1920|1920]]
| father                = Κωνσταντίνος Μπούρδας
| father                = Κωνσταντίνος Μπούρδας
| mother                = Αγνή Σιμώτα
| mother                = Αγνή Σιμώτα
Γραμμή 15: Γραμμή 15:
| husband                = Ασπασία Παπαπέτρου
| husband                = Ασπασία Παπαπέτρου
| children_number        = 5
| children_number        = 5
| property_of_a_fighter  = [[:Κατηγορία:Πράκτορας Β' τάξεως|Πράκτορας Β' τάξεως]]
| property_of_a_fighter  = [[:Κατηγορία:Πράκτορας Β΄ Τάξεως|Πράκτορας Β΄ Τάξεως]]
| profession_art        = Ιατρός
| profession_art        = [[:Κατηγορία:Ιατρός|Ιατρός]]
}}
}}




'''Αργυρόπουλος Ιωάννης''' (1852 - Ιανουαρίου 20, 1920) Εργαστήκε σαν Ιατρός. Η ιδιότητα του στον αγώνα ήταν [[:Κατηγορία:Πράκτορας Β' τάξεως|Πράκτορας Β' τάξεως]].
'''Αργυρόπουλος Ιωάννης''' (1852 - [[:Κατηγορία:20 Ιανουαρίου|20 Ιανουαρίου]] [[:Κατηγορία:1920|1920]]) Εργάστηκε ως [[:Κατηγορία:Ιατρός|Ιατρός]]. Η ιδιότητά του στον Μακεδονικό Αγώνα ήταν [[:Κατηγορία:Πράκτορας Β΄ Τάξεως|Πράκτορας Β΄ Τάξεως]].


==Βιογραφικό==
==Βιογραφικό==
Ο Ιωάννης γεννήθηκε το 1852 στο [[:Κατηγορία:Βογατσικό Καστοριάς|Βογατσικό]] της [[:Κατηγορία:Καστοριάς|Καστοριάς]]. Ήταν το δεύτερο παιδί από τα τέσσερα παιδιά του Κωνσταντίνου Μπούρδα και της Αγνής, το γένος Γ. Σιμώτα.  
Ο Ιωάννης γεννήθηκε το 1852 στο [[:Κατηγορία:Βογατσικό Καστοριάς|Βογατσικό]] της [[:Κατηγορία:Καστοριάς|Καστοριάς]]. Ήταν το δεύτερο παιδί από τα τέσσερα παιδιά του Κωνσταντίνου Μπούρδα και της Αγνής, το γένος Γ. Σιμώτα.  


Φοίτησε σε ελληνικό Δημοτικό σχολείο του Βογατσικού και στη συνέχεια πήγε στην Αθήνα, όπου συνέχισε στο Γυμνάσιο και σπούδασε Ιατρική, με τη βοήθεια του αδελφού του, του Αργυρίου, που είχε εγκατασταθεί εκεί. Ο τελευταίος μάλιστα είχε αναλάβει την επιμέλειά του, διότι ο πατέρας του είχε δολοφονηθεί στη Πλεύνα της Ανατολικής Ρωμυλίας. Έτσι ο Ιωάννης, όντας ευγνώμων προς τον αδελφό του, άλλαξε το οικογενειακό του επώνυμο Μπούρδας σε Αργυρόπουλος.  
Φοίτησε σε ελληνικό Δημοτικό σχολείο του Βογατσικού και στη συνέχεια πήγε στην [[:Κατηγορία:Αθήνα|Αθήνα]], όπου συνέχισε στο Γυμνάσιο και σπούδασε Ιατρική, με τη βοήθεια του αδελφού του, του Αργυρίου, που είχε εγκατασταθεί εκεί. Ο τελευταίος μάλιστα είχε αναλάβει την επιμέλειά του, διότι ο πατέρας του είχε δολοφονηθεί στη Πλεύνα της Ανατολικής Ρωμυλίας. Έτσι ο Ιωάννης, όντας ευγνώμων προς τον αδελφό του, άλλαξε το οικογενειακό του επώνυμο Μπούρδας σε Αργυρόπουλος.  


Έπειτα, εγκαταστάθηκε στη Κλεισούρα Καστοριάς για να εξασκήσει το επάγγελμά του, ενώ αγωνιζόταν κατά της ρουμανικής προπαγάνδας, που θέριζε τον τόπο.  Το 1886 παντρεύτηκε τη κόρη του ντόπιου ιεροψάλτη Πέτρου Παπαπέτρου και της Μαρίας Δούκα – Ζιούμου, Ασπασία και το 1887 απόκτησε το πρώτο του γιό, τον Κωνσταντίνο. Ακολούθησαν μετά ο Χαρίλαος, ο Γεώργιος, ο Μιλτιάδης και η στερνή κόρη του η Ιφιγένεια. Συνολικά απέκτησε πέντε παιδιά.
Έπειτα, εγκαταστάθηκε στη [[:Κατηγορία:Κλεισούρα Καστοριάς|Κλεισούρα Καστοριάς]] για να εξασκήσει το επάγγελμά του, ενώ αγωνιζόταν κατά της ρουμανικής προπαγάνδας, που θέριζε τον τόπο.  Το 1886 παντρεύτηκε τη κόρη του ντόπιου ιεροψάλτη Πέτρου Παπαπέτρου και της Μαρίας Δούκα – Ζιούμου, Ασπασία και το 1887 απόκτησε το πρώτο του γιό, τον Κωνσταντίνο. Ακολούθησαν μετά ο Χαρίλαος, ο Γεώργιος, ο Μιλτιάδης και η στερνή κόρη του η Ιφιγένεια. Συνολικά απέκτησε πέντε παιδιά.


Λόγω της εθνικής του δράσης οι Ρουμάνοι τον συκοφάντησαν στους Τούρκους, πετυχαίνοντας έτσι τη σύλληψή του και τη φυλάκισή του μαζί με άλλους δεκαπέντε Κλεισουριώτες προκρίτους. Τελικά, αφού ανακρίθηκε στο Μοναστήρι, αποδείχτηκε η αθωότητά του κι αφέθηκε ελεύθερος, συνεχίζοντας με θάρρος τον αγώνα του. Όμως μια σύγκρουση που είχε με τους Ρουμανίζοντες, στη προσπάθειά του να τους αποτρέψει από το να καταλάβουν μια Ορθόδοξη Εκκλησία της Κλεισούρας, έγινε η αφορμή να συλλαμβάνεται, ν’ ανακρίνεται και να φυλακίζεται συχνά. Κι όταν γινόταν αυτό, οι Κλεισουριώτες του έλεγαν:  
Λόγω της εθνικής του δράσης οι Ρουμάνοι τον συκοφάντησαν στους Τούρκους, πετυχαίνοντας έτσι τη σύλληψή του και τη φυλάκισή του μαζί με άλλους δεκαπέντε Κλεισουριώτες προκρίτους. Τελικά, αφού ανακρίθηκε στο Μοναστήρι, αποδείχτηκε η αθωότητά του κι αφέθηκε ελεύθερος, συνεχίζοντας με θάρρος τον αγώνα του. Όμως μια σύγκρουση που είχε με τους Ρουμανίζοντες, στη προσπάθειά του να τους αποτρέψει από το να καταλάβουν μια Ορθόδοξη Εκκλησία της Κλεισούρας, έγινε η αφορμή να συλλαμβάνεται, ν’ ανακρίνεται και να φυλακίζεται συχνά. Κι όταν γινόταν αυτό, οι Κλεισουριώτες του έλεγαν:  
Γραμμή 33: Γραμμή 33:
– Πάλι γιατρέ, σε φέρανε;
– Πάλι γιατρέ, σε φέρανε;


Παρ’ όλα αυτά, τίποτα δε στάθηκε ικανό να τον εμποδίσει στην εθνική του δράση. Το 1890 όταν ένας Ρουμανίζων φοιτητής θέλησε να τον δωροδοκήσει ώστε να τα παρατήσει όλα και να φύγει για τη Θεσσαλονίκη, αφού τον άκουσε με προσοχή και αρνήθηκε τις δωροδοκίες, του απάντησε:  
Παρ’ όλα αυτά, τίποτα δε στάθηκε ικανό να τον εμποδίσει στην εθνική του δράση. Το [[:Κατηγορία:1890|1890]] όταν ένας Ρουμανίζων φοιτητής θέλησε να τον δωροδοκήσει ώστε να τα παρατήσει όλα και να φύγει για τη [[:Κατηγορία:Θεσσαλονίκη|Θεσσαλονίκη]], αφού τον άκουσε με προσοχή και αρνήθηκε τις δωροδοκίες, του απάντησε:  
– Σὲ ἄκουσα μὲ προσοχὴν εἰς ὅσα μοῦ ἀνέπτυξες, ἀλλὰ εἶμαι Ἕλλην καὶ θὰ ἐξακολουθήσω μὲ περισσότερον φανατισμὸν τὸν ἀγώνα μου ἐναντίον τῆς ρουμανικῆς προπαγάνδας
– Σὲ ἄκουσα μὲ προσοχὴν εἰς ὅσα μοῦ ἀνέπτυξες, ἀλλὰ εἶμαι Ἕλλην καὶ θὰ ἐξακολουθήσω μὲ περισσότερον φανατισμὸν τὸν ἀγώνα μου ἐναντίον τῆς ρουμανικῆς προπαγάνδας


Γραμμή 40: Γραμμή 40:
– Μπράβο, Έλληνα!
– Μπράβο, Έλληνα!


Στις 20 Ιουλίου 1903, ο γενίτσαρος αρχικομιτατζής Τσακαλάρωφ, αφού κατέλαβε τη Κλεισούρα, ζήτησε από όλους τους εύπορους κατοίκους να χορηγήσουν για το σώμα του χρήματα και όπλα. Ο Αργυρόπουλος έλειπε εκείνη τη μέρα για τα λουτρά στη Λαγκαδά της Πέλλας και η σύζυγός του, η Ασπασία δήλωσε ότι εξαιτίας της απουσίας του δεν είχαν χρήματα, με αποτέλεσμα να τη περιορίσουν για μία μέρα μαζί με άλλες γυναίκες σ’ ένα δωμάτιο. Ο γιατρός, μόλις έμαθε τι είχε συμβεί, σταμάτησε τα λουτρά του και με ένοπλους χωροφύλακες γύρισε πίσω. Οι κομιτατζήδες, μόλις έμαθαν ότι ο τουρκικός στρατός θα έμπαινε στη Κλεισούρα, έφυγαν από τη πόλη. Εν όψει του κινδύνου να σφαγιαστούν οι Έλληνες της Κλεισούρας με τη κατηγορία της συμμετοχής στη ψευδεπανάσταση του Ίλιντεν, η ελληνική δημογεροντία οργάνωσε πενταμελή επιτροπή με επικεφαλής τον Αργυρόπουλο και της ανέθεσε να μεσολαβήσει στον αρχιστράτηγο Μπαχτιάρ Πασά. Πράγματι, τα πειστικά λόγια του Αργυρόπουλου έσωσαν τη Κλεισούρα, αλλά όχι όμως και τα περίχωρά της.  
Στις [[:Κατηγορία:20 Ιουλίου|20 Ιουλίου]] [[:Κατηγορία:1903|1903]], ο γενίτσαρος αρχικομιτατζής Τσακαλάρωφ, αφού κατέλαβε τη Κλεισούρα, ζήτησε από όλους τους εύπορους κατοίκους να χορηγήσουν για το σώμα του χρήματα και όπλα. Ο Αργυρόπουλος έλειπε εκείνη τη μέρα για τα λουτρά στη Λαγκαδά της Πέλλας και η σύζυγός του, η Ασπασία δήλωσε ότι εξαιτίας της απουσίας του δεν είχαν χρήματα, με αποτέλεσμα να τη περιορίσουν για μία μέρα μαζί με άλλες γυναίκες σ’ ένα δωμάτιο. Ο γιατρός, μόλις έμαθε τι είχε συμβεί, σταμάτησε τα λουτρά του και με ένοπλους χωροφύλακες γύρισε πίσω. Οι κομιτατζήδες, μόλις έμαθαν ότι ο τουρκικός στρατός θα έμπαινε στη Κλεισούρα, έφυγαν από τη πόλη. Εν όψει του κινδύνου να σφαγιαστούν οι Έλληνες της Κλεισούρας με τη κατηγορία της συμμετοχής στη ψευδεπανάσταση του Ίλιντεν, η ελληνική δημογεροντία οργάνωσε πενταμελή επιτροπή με επικεφαλής τον Αργυρόπουλο και της ανέθεσε να μεσολαβήσει στον αρχιστράτηγο Μπαχτιάρ Πασά. Πράγματι, τα πειστικά λόγια του Αργυρόπουλου έσωσαν τη Κλεισούρα, αλλά όχι όμως και τα περίχωρά της.  


Τον Μάρτιο του 1904, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος φιλοξένησε στο σπίτι του τους τέσσερις αξιωματικούς, τους ανθυπολοχαγούς Παύλο Μελά και Αλέξανδρο Κοντούλη και τους λοχαγούς Αναστάσιο Παπούλα και Γεώργιο Κολοκοτρώνη. Ο γιός του ο Κωνσταντίνος, είχε ακούσει πως κατά την παραμονή των αξιωματικών στο σπίτι του Αργυρόπουλου, η Ασπασία θέρμανε το δωμάτιο, που θα κοιμόνταν οι φιλοξενούμενοι αξιωματικοί, με ένα μεγάλο μαγκάλι γεμάτο κάρβουνα. Όταν όμως η οικογένεια του Αργυρόπουλου πήγε να κοιμηθεί, ακούστηκε θόρυβος από το δωμάτιο των αξιωματικών. Ο Αργυρόπουλος άνοιξε την πόρτα του δωματίου και τι να δει! Ήταν όλοι τους ζαλισμένοι και πεσμένοι κάτω. Κατάλαβε ότι είχαν δηλητηριαστεί από τις αναθυμιάσεις της θράκας και, αφού άνοιξε τα παράθυρα, τους συνέφερε με εντριβές. Αυτό το περιστατικό έδειχνε το πόσο δύσκολο ήταν να προσαρμοστεί στις σκληρές συνθήκες της ζωής ένας καλοθρεμμένος αξιωματικός των αθηναϊκών σαλονιών.
Τον Μάρτιο του [[:Κατηγορία:1904|1904]], ο Ιωάννης Αργυρόπουλος φιλοξένησε στο σπίτι του τους τέσσερις αξιωματικούς, τους ανθυπολοχαγούς Παύλο Μελά και Αλέξανδρο Κοντούλη και τους λοχαγούς Αναστάσιο Παπούλα και Γεώργιο Κολοκοτρώνη. Ο γιός του ο Κωνσταντίνος, είχε ακούσει πως κατά την παραμονή των αξιωματικών στο σπίτι του Αργυρόπουλου, η Ασπασία θέρμανε το δωμάτιο, που θα κοιμόνταν οι φιλοξενούμενοι αξιωματικοί, με ένα μεγάλο μαγκάλι γεμάτο κάρβουνα. Όταν όμως η οικογένεια του Αργυρόπουλου πήγε να κοιμηθεί, ακούστηκε θόρυβος από το δωμάτιο των αξιωματικών. Ο Αργυρόπουλος άνοιξε την πόρτα του δωματίου και τι να δει! Ήταν όλοι τους ζαλισμένοι και πεσμένοι κάτω. Κατάλαβε ότι είχαν δηλητηριαστεί από τις αναθυμιάσεις της θράκας και, αφού άνοιξε τα παράθυρα, τους συνέφερε με εντριβές. Αυτό το περιστατικό έδειχνε το πόσο δύσκολο ήταν να προσαρμοστεί στις σκληρές συνθήκες της ζωής ένας καλοθρεμμένος αξιωματικός των αθηναϊκών σαλονιών.


Ο Αργυρόπουλος είχε οργανώσει στη Κλεισούρα τοπική Επιτροπή Αγώνος, η οποία, το Δεκέμβριο του ίδιου έτους, ορκίστηκε ενώπιον του Καραβαγγέλη, και τη μιμήθηκαν και στα χωριά Γέρμα (σημερινός Άγιος Γερμανός Καστοριάς), Λέχοβο (σημερινό Ηρωικό Φλωρίνης), τη Βλάστη και το Εμπόριο Κοζάνης. Πρόεδρός της ήταν ο ίδιος ο γιατρός Αργυρόπουλος. Λόγω του ότι στη Κλεισούρα υπήρχε ένας λόχος τουρκικού στρατού, οι αγγελιοφόροι, όταν ήθελαν να μεταφέρουν στον Αργυρόπουλο κάποια κρυπτογραφημένη αλληλογραφία, προσποιούνταν ότι ήταν άρρωστοι και έτσι πήγαιναν στο σπίτι του με ασφάλεια.  
Ο Αργυρόπουλος είχε οργανώσει στη Κλεισούρα τοπική Επιτροπή Αγώνος, η οποία, το Δεκέμβριο του ίδιου έτους, ορκίστηκε ενώπιον του Καραβαγγέλη, και τη μιμήθηκαν και στα χωριά Γέρμα (σημερινός Άγιος Γερμανός Καστοριάς), Λέχοβο (σημερινό Ηρωικό Φλωρίνης), τη Βλάστη και το [[:Κατηγορία:Εμπόριο Κοζάνης|Εμπόριο Κοζάνης]]. Πρόεδρός της ήταν ο ίδιος ο γιατρός Αργυρόπουλος. Λόγω του ότι στη Κλεισούρα υπήρχε ένας λόχος τουρκικού στρατού, οι αγγελιοφόροι, όταν ήθελαν να μεταφέρουν στον Αργυρόπουλο κάποια κρυπτογραφημένη αλληλογραφία, προσποιούνταν ότι ήταν άρρωστοι και έτσι πήγαιναν στο σπίτι του με ασφάλεια.  


Στις 25/3/1905, λόγω της επίθεσης του Ελληνικού αντάρτικου σώματος του καπετάν Βάρδα στη Ζαγοριτσάνη (σημερινή Βασιλειάδα Καστοριάς), όπου κατοικούσαν πολλοί Βουλγαρίζοντες σχισματικοί και του γεγονότος φονεύθηκαν κατά λάθος και Ορθόδοξοι Έλληνες, οι Ρουμανίζοντες βρήκαν την ευκαιρία και δυσφήμησαν πάλι τον Αργυρόπουλο. Αποτέλεσμα ήταν να συλληφθεί για άλλη μια φορά ο γιατρός και να φυλακιστεί στη Καστοριά. Παράλληλα η τουρκική αστυνομία έκανε έρευνα στο σπίτι του μήπως βρει κάτι για να τον ενοχοποιήσει αλλά δε βρήκε τίποτε διότι ο μεγάλος του γιός είχε κάψει την αλληλογραφία του πατέρα του με τους Μακεδονομάχους. Καταβλήθηκαν πολλές προσπάθειες για την απελευθέρωση του γιατρού από μέρους των Ελλήνων. Τελικά, χάρη σ’ έναν Αλβανό φίλο του Αργυρόπουλου, η ποινή του μετατράπηκε σ’ εξορία από το Βιλαέτι του Μοναστηρίου.  
Στις [[:Κατηγορία:25/3|25/3]]/[[:Κατηγορία:1905|1905]], λόγω της επίθεσης του Ελληνικού αντάρτικου σώματος του καπετάν Βάρδα στη Ζαγοριτσάνη (σημερινή Βασιλειάδα Καστοριάς), όπου κατοικούσαν πολλοί Βουλγαρίζοντες σχισματικοί και του γεγονότος φονεύθηκαν κατά λάθος και Ορθόδοξοι Έλληνες, οι Ρουμανίζοντες βρήκαν την ευκαιρία και δυσφήμησαν πάλι τον Αργυρόπουλο. Αποτέλεσμα ήταν να συλληφθεί για άλλη μια φορά ο γιατρός και να φυλακιστεί στη [[:Κατηγορία:Καστοριά|Καστοριά]]. Παράλληλα η τουρκική αστυνομία έκανε έρευνα στο σπίτι του μήπως βρει κάτι για να τον ενοχοποιήσει αλλά δε βρήκε τίποτε διότι ο μεγάλος του γιός είχε κάψει την αλληλογραφία του πατέρα του με τους Μακεδονομάχους. Καταβλήθηκαν πολλές προσπάθειες για την απελευθέρωση του γιατρού από μέρους των Ελλήνων. Τελικά, χάρη σ’ έναν Αλβανό φίλο του Αργυρόπουλου, η ποινή του μετατράπηκε σ’ εξορία από το Βιλαέτι του Μοναστηρίου.  
Αφού αποχαιρέτησε την οικογένειά του, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος έφυγε για τη Θεσσαλονίκη, όπου, χάρη στη βοήθεια των εκεί εγκαταστημένων φίλων του, άνοιξε ιατρείο στη συνοικία του Αγίου Αθανασίου. Παράλληλα, συνέχισε την εθνική του δράση, έχοντας επαφές με τα ελληνικά ανταρτικά σώματα, φροντίζοντας τους τραυματισμένους Έλληνες αντάρτες και κάνοντας σχισματικούς να επανέλθουν στην Ορθοδοξία.
Αφού αποχαιρέτησε την οικογένειά του, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος έφυγε για τη [[:Κατηγορία:Θεσσαλονίκη|Θεσσαλονίκη]], όπου, χάρη στη βοήθεια των εκεί εγκαταστημένων φίλων του, άνοιξε ιατρείο στη συνοικία του Αγίου Αθανασίου. Παράλληλα, συνέχισε την εθνική του δράση, έχοντας επαφές με τα ελληνικά ανταρτικά σώματα, φροντίζοντας τους τραυματισμένους Έλληνες αντάρτες και κάνοντας σχισματικούς να επανέλθουν στην Ορθοδοξία.
   
   
Το 1909 επέστρεψε στη Κλεισούρα, προσέχοντας πολύ να μην ανακατεύεται στα κοινοτικά ζητήματα, λόγω ότι ήταν υπό αστυνομική επιτήρηση.  
Το [[:Κατηγορία:1909|1909]] επέστρεψε στη Κλεισούρα, προσέχοντας πολύ να μην ανακατεύεται στα κοινοτικά ζητήματα, λόγω ότι ήταν υπό αστυνομική επιτήρηση.  
Όταν ξέσπασαν οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ο Αργυρόπουλος ήταν πρόεδρος της Επαναστατικής Επιτροπής Τοπικής Διοικήσεως. Μάλιστα, όταν η Ελληνική 5η μεραρχία, ελευθέρωνε Ελληνικές πόλεις, οδεύοντας προς την απελευθέρωση του Μοναστηρίου, ο Αργυρόπουλος  έστειλε επιστολή στον διοικητή της Δημήτριο Ματθαιόπουλο, στην οποία έλεγε ότι κοντά στο Εξί – Σου (σημερινό Ξινό νερό Φλωρίνης) υπήρχε η διάβαση του Κλειδίου, απ’ όπου ήταν εύκολο να χτυπήσει τη μεραρχία, τουρκικός στρατός. Δυστυχώς αγνοήθηκε προσβλητικά: «Ο γιατρός να κοιτάξει τους αρρώστους του και ταις συνταγαίς του» ήταν η απάντηση του Έλληνος διοικητού προς τη βοήθειά του. Και την ίδια, κιόλας, νύχτα τους επιτέθηκαν οι Τούρκοι, που ερχόταν απ’ τα βόρεια, ηττήθηκαν, κατέφυγαν στη Πτολεμαΐδα και θα έπαιρναν οι Τούρκοι ξανά τη Κοζάνη, αν δεν τους απέκρουαν οι υπόλοιπες ελληνικές μεραρχίες.
Όταν ξέσπασαν οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ο Αργυρόπουλος ήταν πρόεδρος της Επαναστατικής Επιτροπής Τοπικής Διοικήσεως. Μάλιστα, όταν η Ελληνική 5η μεραρχία, ελευθέρωνε Ελληνικές πόλεις, οδεύοντας προς την απελευθέρωση του Μοναστηρίου, ο Αργυρόπουλος  έστειλε επιστολή στον διοικητή της Δημήτριο Ματθαιόπουλο, στην οποία έλεγε ότι κοντά στο Εξί – Σου (σημερινό Ξινό νερό Φλωρίνης) υπήρχε η διάβαση του Κλειδίου, απ’ όπου ήταν εύκολο να χτυπήσει τη μεραρχία, τουρκικός στρατός. Δυστυχώς αγνοήθηκε προσβλητικά: «Ο γιατρός να κοιτάξει τους αρρώστους του και ταις συνταγαίς του» ήταν η απάντηση του Έλληνος διοικητού προς τη βοήθειά του. Και την ίδια, κιόλας, νύχτα τους επιτέθηκαν οι Τούρκοι, που ερχόταν απ’ τα βόρεια, ηττήθηκαν, κατέφυγαν στη Πτολεμαΐδα και θα έπαιρναν οι Τούρκοι ξανά τη [[:Κατηγορία:Κοζάνη|Κοζάνη]], αν δεν τους απέκρουαν οι υπόλοιπες ελληνικές μεραρχίες.


Μετά την απελευθέρωση, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος ασχολήθηκε με το επάγγελμά του και με κοινοτικά ζητήματα. Μάλιστα πέτυχε να μεταφερθεί η έδρα του ειρηνοδικείου και ο αστυνομικός σταθμός στη Κλεισούρα, φέρνοντας ως επιχείρημα της εθνική δράση των κατοίκων της.  
Μετά την απελευθέρωση, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος ασχολήθηκε με το επάγγελμά του και με κοινοτικά ζητήματα. Μάλιστα πέτυχε να μεταφερθεί η έδρα του ειρηνοδικείου και ο αστυνομικός σταθμός στη Κλεισούρα, φέρνοντας ως επιχείρημα της εθνική δράση των κατοίκων της.  
Όλα αυτά ώσπου το Δεκέμβριο του 1919 μολύνθηκε από εξανθηματικό τύφο από έναν ασθενή του στη Βασιλειάδα Καστοριάς. Αυτή την αρρώστια την είχαν μεταφέρει τα σερβικά στρατεύματα, που είχαν υποχωρήσει σε ελληνικό έδαφος και την είχαν μεταδώσει σε πολλά χωριά εκείνης της περιοχής. Όταν εκδηλώθηκε η αρρώστια, την κατάλαβε και κάλεσε τους καλύτερους γιατρούς, οι οποίοι του χορήγησαν τα καλύτερα φάρμακα αλλά τίποτα δε μπόρεσαν να του κάνουν. Ο Ιωάννης Αργυρόπουλος έφυγε από αυτό τον κόσμο στις 20 Ιανουαρίου 1920, αφήνοντας ως παρακαταθήκη στα παιδιά του τη γνωστή του φράση:  
Όλα αυτά ώσπου το Δεκέμβριο του [[:Κατηγορία:1919|1919]] μολύνθηκε από εξανθηματικό τύφο από έναν ασθενή του στη Βασιλειάδα Καστοριάς. Αυτή την αρρώστια την είχαν μεταφέρει τα σερβικά στρατεύματα, που είχαν υποχωρήσει σε ελληνικό έδαφος και την είχαν μεταδώσει σε πολλά χωριά εκείνης της περιοχής. Όταν εκδηλώθηκε η αρρώστια, την κατάλαβε και κάλεσε τους καλύτερους γιατρούς, οι οποίοι του χορήγησαν τα καλύτερα φάρμακα αλλά τίποτα δε μπόρεσαν να του κάνουν. Ο Ιωάννης Αργυρόπουλος έφυγε από αυτό τον κόσμο στις [[:Κατηγορία:20 Ιανουαρίου|20 Ιανουαρίου]] [[:Κατηγορία:1920|1920]], αφήνοντας ως παρακαταθήκη στα παιδιά του τη γνωστή του φράση:  


– Νὰ εἴμεθα ὑπερήφανοι ποὺ ἐγεννήθημεν Ἕλληνες.
– Νὰ εἴμεθα ὑπερήφανοι ποὺ ἐγεννήθημεν Ἕλληνες.
Γραμμή 59: Γραμμή 59:
Το Ελληνικό κράτος αναγνώρισε την εθνική του δράση, δίνοντάς του το παράσημο του Μακεδονικού αγώνος και γράφοντάς τον στις επετηρίδες των Μακεδονομάχων ως [[:Κατηγορία:Πράκτορας Β' τάξεως|πράκτορα Β' τάξεως]].
Το Ελληνικό κράτος αναγνώρισε την εθνική του δράση, δίνοντάς του το παράσημο του Μακεδονικού αγώνος και γράφοντάς τον στις επετηρίδες των Μακεδονομάχων ως [[:Κατηγορία:Πράκτορας Β' τάξεως|πράκτορα Β' τάξεως]].


<div id='FileFighterBiography'></div>
==Φωτογραφίες==
 
<div id='CustomFighterBiography'></div>
 
==Φωτογραφίες ==
<gallery class="center">
<gallery class="center">
File:Αργυρόπουλος Ιωάννης.jpg|Ιωάννης Αργυρόπουλος
File:Αργυρόπουλος Ιωάννης.jpg|Ιωάννης Αργυρόπουλος<br/>(Πηγή: ([[Βιβλίο:Β027|Β027]]) ''Το Μεγάλο Συναξάρι, Αφανείς γηγενείς Μακεδονομάχοι'', Χορηγός: Πέτρος Εμμ. Μάνος, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2011.)
</gallery>
</gallery>


==Βιβλιογραφία==
==Βιβλιογραφία==
1. ([[Βιβλίο:ΗΒ008|ΗΒ008]]) Μακεδονικός Αγών. Εκατό χρόνια από τον θάνατο του Παύλου Μελά. Πρακτικά επιστημονικού συνεδρίου, Θεσσαλονίκη 12 13 Νοεμβρίου 2004, σελ 193 – 215<br/>
* ([[Βιβλίο:Β027|Β027]]) ''Το Μεγάλο Συναξάρι, Αφανείς γηγενείς Μακεδονομάχοι'', Χορηγός: Πέτρος Εμμ. Μάνος, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2011.
2. ([[Ιστοσελίδα:Ι016|Ι016]]) [http://thehistoryofgreece.blogspot.com Η ιστορία της Ελλάδας]<br/>
* ([[Βιβλίο:ΗΒ008|ΗΒ008]]) ''Μακεδονικός Αγών, Εκατό χρόνια από τον θάνατο του Παύλου Μελά'', Επιστημονικό Συνέδριο, Θεσσαλονίκη 12-13 Νοεμβρίου 2004, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2006.
 


==Πηγές==
==Πηγές==
Πηγές φωτογραφιών:<br/>
* (Ι016) [http://thehistoryofgreece.blogspot.com ''Η ιστορία της Ελλάδας.'']
1. ([[Βιβλίο:Β027|Β027]]) Το Μεγάλο Συναξάρι, Αφανείς γηγενείς Μακεδονομάχοι, χορηγός: Πέτρος Εμμ. Μάνος, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών<br/>


<references />


[[Κατηγορία:Μακεδονομάχοι]]
[[Κατηγορία:Μακεδονομάχοι]]
[[Κατηγορία:Πράκτορας Β΄ Τάξεως]]
[[Κατηγορία:Ιατρός]]
[[Κατηγορία:Πολύτεκνοι]]
[[Κατηγορία:Πολύτεκνοι]]
<!--[[Κατηγορία:Θυσιάστηκαν στον αγώνα]]-->
[[Κατηγορία:20 Ιανουαρίου]]
[[Κατηγορία:Πράκτορας Β' τάξεως]]
[[Κατηγορία:1920]]
[[Κατηγορία:Βογατσικό Καστοριάς]]
[[Κατηγορία:Βογατσικό Καστοριάς]]
[[Κατηγορία:Καστοριάς]]
[[Κατηγορία:Καστοριάς]]


<div id='CustomDisplayTitle' style='display: none;'>Ιωάννης Αργυρόπουλος [† 20 Ιανουαρίου 1920]</div>
<div style='display:none;'>{{DISPLAYTITLE:Αργυρόπουλος Ιωάννης}}</div>
<div style='display:none;'>{{DEFAULTSORT:αργυροπουλοςιωαννης}}</div>


<div id='CustomDisplayTitle' style='display: none;'>Ιωάννης Αργυρόπουλος</div>{{DISPLAYTITLE:Αργυρόπουλος Ιωάννης}}
----------------------


{{DEFAULTSORT:Αργυρόπουλος, Ιωάννης}}
''Κάθε αναδημοσίευση του παρόντος άρθρου θα πρέπει να αναφέρει ως πηγή της αναδημοσίευσης, την ιστοσελίδα '''«Μακεδονομάχοι»''', καθώς επίσης και την αρθρογράφο - συγγραφέα του άρθρου, '''[https://evaggelialappa.gr/resume Ευαγγελία Κ. Λάππα]'''.''

Τελευταία αναθεώρηση της 15:25, 18 Ιουλίου 2024

Ιωάννης Αργυρόπουλος
Αργυρόπουλος Ιωάννης.jpg
α/α100093
ΕπώνυμοΑργυρόπουλος
ΌνομαΙωάννης
Τόπος καταγωγήςΒογατσικό
Νομός καταγωγήςΚαστοριάς
Ημερομηνία γέννησεως1852
Τόπος θανάτουΚλεισούρα Καστοριάς
Ημερομηνία θανάτου20 Ιανουαρίου 1920
ΠατρώνυμοΚωνσταντίνος Μπούρδας
ΜητέραΑγνή Σιμώτα
Αδέλφια (Συνολικά)4
ΣύζυγοςΑσπασία Παπαπέτρου
Τέκνα (Αριθμός)5
Επάγγελμα - ΤέχνηΙατρός
Ιδιότητα ΜακεδονομάχουΠράκτορας Β΄ Τάξεως


Αργυρόπουλος Ιωάννης (1852 - 20 Ιανουαρίου 1920) Εργάστηκε ως Ιατρός. Η ιδιότητά του στον Μακεδονικό Αγώνα ήταν Πράκτορας Β΄ Τάξεως.

Βιογραφικό

Ο Ιωάννης γεννήθηκε το 1852 στο Βογατσικό της Καστοριάς. Ήταν το δεύτερο παιδί από τα τέσσερα παιδιά του Κωνσταντίνου Μπούρδα και της Αγνής, το γένος Γ. Σιμώτα.

Φοίτησε σε ελληνικό Δημοτικό σχολείο του Βογατσικού και στη συνέχεια πήγε στην Αθήνα, όπου συνέχισε στο Γυμνάσιο και σπούδασε Ιατρική, με τη βοήθεια του αδελφού του, του Αργυρίου, που είχε εγκατασταθεί εκεί. Ο τελευταίος μάλιστα είχε αναλάβει την επιμέλειά του, διότι ο πατέρας του είχε δολοφονηθεί στη Πλεύνα της Ανατολικής Ρωμυλίας. Έτσι ο Ιωάννης, όντας ευγνώμων προς τον αδελφό του, άλλαξε το οικογενειακό του επώνυμο Μπούρδας σε Αργυρόπουλος.

Έπειτα, εγκαταστάθηκε στη Κλεισούρα Καστοριάς για να εξασκήσει το επάγγελμά του, ενώ αγωνιζόταν κατά της ρουμανικής προπαγάνδας, που θέριζε τον τόπο. Το 1886 παντρεύτηκε τη κόρη του ντόπιου ιεροψάλτη Πέτρου Παπαπέτρου και της Μαρίας Δούκα – Ζιούμου, Ασπασία και το 1887 απόκτησε το πρώτο του γιό, τον Κωνσταντίνο. Ακολούθησαν μετά ο Χαρίλαος, ο Γεώργιος, ο Μιλτιάδης και η στερνή κόρη του η Ιφιγένεια. Συνολικά απέκτησε πέντε παιδιά.

Λόγω της εθνικής του δράσης οι Ρουμάνοι τον συκοφάντησαν στους Τούρκους, πετυχαίνοντας έτσι τη σύλληψή του και τη φυλάκισή του μαζί με άλλους δεκαπέντε Κλεισουριώτες προκρίτους. Τελικά, αφού ανακρίθηκε στο Μοναστήρι, αποδείχτηκε η αθωότητά του κι αφέθηκε ελεύθερος, συνεχίζοντας με θάρρος τον αγώνα του. Όμως μια σύγκρουση που είχε με τους Ρουμανίζοντες, στη προσπάθειά του να τους αποτρέψει από το να καταλάβουν μια Ορθόδοξη Εκκλησία της Κλεισούρας, έγινε η αφορμή να συλλαμβάνεται, ν’ ανακρίνεται και να φυλακίζεται συχνά. Κι όταν γινόταν αυτό, οι Κλεισουριώτες του έλεγαν:

– Πάλι γιατρέ, σε φέρανε;

Παρ’ όλα αυτά, τίποτα δε στάθηκε ικανό να τον εμποδίσει στην εθνική του δράση. Το 1890 όταν ένας Ρουμανίζων φοιτητής θέλησε να τον δωροδοκήσει ώστε να τα παρατήσει όλα και να φύγει για τη Θεσσαλονίκη, αφού τον άκουσε με προσοχή και αρνήθηκε τις δωροδοκίες, του απάντησε: – Σὲ ἄκουσα μὲ προσοχὴν εἰς ὅσα μοῦ ἀνέπτυξες, ἀλλὰ εἶμαι Ἕλλην καὶ θὰ ἐξακολουθήσω μὲ περισσότερον φανατισμὸν τὸν ἀγώνα μου ἐναντίον τῆς ρουμανικῆς προπαγάνδας

Παράλληλα, στις αρχές του Μακεδονικού αγώνα, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος είχε αρχίσει και τον αγώνα κατά των Βουλγάρων κομιτατζήδων, των οποίων η προπαγάνδα και η βία είχε αρχίσει να δραστηριοποιείται εκείνα τα χρόνια, με το πρόσχημα την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τους Τούρκους ενώ στη πραγματικότητα εννοούσε τη προσάρτησή της στη Βουλγαρία. Ο γιατρός συνεργάστηκε στενά με τον Ίωνα Δραγούμη στο Μοναστήρι και το μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη. Έγραψε και υπόμνημα με σκοπό να το στείλει στην Ελληνική κυβέρνηση στο οποίο επισήμανε τον κίνδυνο που διέτρεχε ο τόπος του τόσο από τους Βουλγάρους όσο κι απ’ τους Ρώσους, που στήριζαν τους πρώτους. Δυστυχώς ξέχασε να στείλει με μυστικότητα το υπόμνημα, με αποτέλεσμα να συλληφθεί πάλι από τους Τούρκους. Ευτυχώς, κατά την ανάκρισή του, κατάφερε να πείσει τους Τούρκους ότι οι Βουλγάροι ήταν εχθροί τόσο αυτών όσο και των Ελλήνων, κάτι που τους έκανε να του πουν:

– Μπράβο, Έλληνα!

Στις 20 Ιουλίου 1903, ο γενίτσαρος αρχικομιτατζής Τσακαλάρωφ, αφού κατέλαβε τη Κλεισούρα, ζήτησε από όλους τους εύπορους κατοίκους να χορηγήσουν για το σώμα του χρήματα και όπλα. Ο Αργυρόπουλος έλειπε εκείνη τη μέρα για τα λουτρά στη Λαγκαδά της Πέλλας και η σύζυγός του, η Ασπασία δήλωσε ότι εξαιτίας της απουσίας του δεν είχαν χρήματα, με αποτέλεσμα να τη περιορίσουν για μία μέρα μαζί με άλλες γυναίκες σ’ ένα δωμάτιο. Ο γιατρός, μόλις έμαθε τι είχε συμβεί, σταμάτησε τα λουτρά του και με ένοπλους χωροφύλακες γύρισε πίσω. Οι κομιτατζήδες, μόλις έμαθαν ότι ο τουρκικός στρατός θα έμπαινε στη Κλεισούρα, έφυγαν από τη πόλη. Εν όψει του κινδύνου να σφαγιαστούν οι Έλληνες της Κλεισούρας με τη κατηγορία της συμμετοχής στη ψευδεπανάσταση του Ίλιντεν, η ελληνική δημογεροντία οργάνωσε πενταμελή επιτροπή με επικεφαλής τον Αργυρόπουλο και της ανέθεσε να μεσολαβήσει στον αρχιστράτηγο Μπαχτιάρ Πασά. Πράγματι, τα πειστικά λόγια του Αργυρόπουλου έσωσαν τη Κλεισούρα, αλλά όχι όμως και τα περίχωρά της.

Τον Μάρτιο του 1904, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος φιλοξένησε στο σπίτι του τους τέσσερις αξιωματικούς, τους ανθυπολοχαγούς Παύλο Μελά και Αλέξανδρο Κοντούλη και τους λοχαγούς Αναστάσιο Παπούλα και Γεώργιο Κολοκοτρώνη. Ο γιός του ο Κωνσταντίνος, είχε ακούσει πως κατά την παραμονή των αξιωματικών στο σπίτι του Αργυρόπουλου, η Ασπασία θέρμανε το δωμάτιο, που θα κοιμόνταν οι φιλοξενούμενοι αξιωματικοί, με ένα μεγάλο μαγκάλι γεμάτο κάρβουνα. Όταν όμως η οικογένεια του Αργυρόπουλου πήγε να κοιμηθεί, ακούστηκε θόρυβος από το δωμάτιο των αξιωματικών. Ο Αργυρόπουλος άνοιξε την πόρτα του δωματίου και τι να δει! Ήταν όλοι τους ζαλισμένοι και πεσμένοι κάτω. Κατάλαβε ότι είχαν δηλητηριαστεί από τις αναθυμιάσεις της θράκας και, αφού άνοιξε τα παράθυρα, τους συνέφερε με εντριβές. Αυτό το περιστατικό έδειχνε το πόσο δύσκολο ήταν να προσαρμοστεί στις σκληρές συνθήκες της ζωής ένας καλοθρεμμένος αξιωματικός των αθηναϊκών σαλονιών.

Ο Αργυρόπουλος είχε οργανώσει στη Κλεισούρα τοπική Επιτροπή Αγώνος, η οποία, το Δεκέμβριο του ίδιου έτους, ορκίστηκε ενώπιον του Καραβαγγέλη, και τη μιμήθηκαν και στα χωριά Γέρμα (σημερινός Άγιος Γερμανός Καστοριάς), Λέχοβο (σημερινό Ηρωικό Φλωρίνης), τη Βλάστη και το Εμπόριο Κοζάνης. Πρόεδρός της ήταν ο ίδιος ο γιατρός Αργυρόπουλος. Λόγω του ότι στη Κλεισούρα υπήρχε ένας λόχος τουρκικού στρατού, οι αγγελιοφόροι, όταν ήθελαν να μεταφέρουν στον Αργυρόπουλο κάποια κρυπτογραφημένη αλληλογραφία, προσποιούνταν ότι ήταν άρρωστοι και έτσι πήγαιναν στο σπίτι του με ασφάλεια.

Στις 25/3/1905, λόγω της επίθεσης του Ελληνικού αντάρτικου σώματος του καπετάν Βάρδα στη Ζαγοριτσάνη (σημερινή Βασιλειάδα Καστοριάς), όπου κατοικούσαν πολλοί Βουλγαρίζοντες σχισματικοί και του γεγονότος φονεύθηκαν κατά λάθος και Ορθόδοξοι Έλληνες, οι Ρουμανίζοντες βρήκαν την ευκαιρία και δυσφήμησαν πάλι τον Αργυρόπουλο. Αποτέλεσμα ήταν να συλληφθεί για άλλη μια φορά ο γιατρός και να φυλακιστεί στη Καστοριά. Παράλληλα η τουρκική αστυνομία έκανε έρευνα στο σπίτι του μήπως βρει κάτι για να τον ενοχοποιήσει αλλά δε βρήκε τίποτε διότι ο μεγάλος του γιός είχε κάψει την αλληλογραφία του πατέρα του με τους Μακεδονομάχους. Καταβλήθηκαν πολλές προσπάθειες για την απελευθέρωση του γιατρού από μέρους των Ελλήνων. Τελικά, χάρη σ’ έναν Αλβανό φίλο του Αργυρόπουλου, η ποινή του μετατράπηκε σ’ εξορία από το Βιλαέτι του Μοναστηρίου. Αφού αποχαιρέτησε την οικογένειά του, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος έφυγε για τη Θεσσαλονίκη, όπου, χάρη στη βοήθεια των εκεί εγκαταστημένων φίλων του, άνοιξε ιατρείο στη συνοικία του Αγίου Αθανασίου. Παράλληλα, συνέχισε την εθνική του δράση, έχοντας επαφές με τα ελληνικά ανταρτικά σώματα, φροντίζοντας τους τραυματισμένους Έλληνες αντάρτες και κάνοντας σχισματικούς να επανέλθουν στην Ορθοδοξία.

Το 1909 επέστρεψε στη Κλεισούρα, προσέχοντας πολύ να μην ανακατεύεται στα κοινοτικά ζητήματα, λόγω ότι ήταν υπό αστυνομική επιτήρηση. Όταν ξέσπασαν οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ο Αργυρόπουλος ήταν πρόεδρος της Επαναστατικής Επιτροπής Τοπικής Διοικήσεως. Μάλιστα, όταν η Ελληνική 5η μεραρχία, ελευθέρωνε Ελληνικές πόλεις, οδεύοντας προς την απελευθέρωση του Μοναστηρίου, ο Αργυρόπουλος έστειλε επιστολή στον διοικητή της Δημήτριο Ματθαιόπουλο, στην οποία έλεγε ότι κοντά στο Εξί – Σου (σημερινό Ξινό νερό Φλωρίνης) υπήρχε η διάβαση του Κλειδίου, απ’ όπου ήταν εύκολο να χτυπήσει τη μεραρχία, τουρκικός στρατός. Δυστυχώς αγνοήθηκε προσβλητικά: «Ο γιατρός να κοιτάξει τους αρρώστους του και ταις συνταγαίς του» ήταν η απάντηση του Έλληνος διοικητού προς τη βοήθειά του. Και την ίδια, κιόλας, νύχτα τους επιτέθηκαν οι Τούρκοι, που ερχόταν απ’ τα βόρεια, ηττήθηκαν, κατέφυγαν στη Πτολεμαΐδα και θα έπαιρναν οι Τούρκοι ξανά τη Κοζάνη, αν δεν τους απέκρουαν οι υπόλοιπες ελληνικές μεραρχίες.

Μετά την απελευθέρωση, ο Ιωάννης Αργυρόπουλος ασχολήθηκε με το επάγγελμά του και με κοινοτικά ζητήματα. Μάλιστα πέτυχε να μεταφερθεί η έδρα του ειρηνοδικείου και ο αστυνομικός σταθμός στη Κλεισούρα, φέρνοντας ως επιχείρημα της εθνική δράση των κατοίκων της. Όλα αυτά ώσπου το Δεκέμβριο του 1919 μολύνθηκε από εξανθηματικό τύφο από έναν ασθενή του στη Βασιλειάδα Καστοριάς. Αυτή την αρρώστια την είχαν μεταφέρει τα σερβικά στρατεύματα, που είχαν υποχωρήσει σε ελληνικό έδαφος και την είχαν μεταδώσει σε πολλά χωριά εκείνης της περιοχής. Όταν εκδηλώθηκε η αρρώστια, την κατάλαβε και κάλεσε τους καλύτερους γιατρούς, οι οποίοι του χορήγησαν τα καλύτερα φάρμακα αλλά τίποτα δε μπόρεσαν να του κάνουν. Ο Ιωάννης Αργυρόπουλος έφυγε από αυτό τον κόσμο στις 20 Ιανουαρίου 1920, αφήνοντας ως παρακαταθήκη στα παιδιά του τη γνωστή του φράση:

– Νὰ εἴμεθα ὑπερήφανοι ποὺ ἐγεννήθημεν Ἕλληνες.

Το Ελληνικό κράτος αναγνώρισε την εθνική του δράση, δίνοντάς του το παράσημο του Μακεδονικού αγώνος και γράφοντάς τον στις επετηρίδες των Μακεδονομάχων ως πράκτορα Β' τάξεως.

Φωτογραφίες

Βιβλιογραφία

  • (Β027) Το Μεγάλο Συναξάρι, Αφανείς γηγενείς Μακεδονομάχοι, Χορηγός: Πέτρος Εμμ. Μάνος, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2011.
  • (ΗΒ008) Μακεδονικός Αγών, Εκατό χρόνια από τον θάνατο του Παύλου Μελά, Επιστημονικό Συνέδριο, Θεσσαλονίκη 12-13 Νοεμβρίου 2004, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2006.

Πηγές



Κάθε αναδημοσίευση του παρόντος άρθρου θα πρέπει να αναφέρει ως πηγή της αναδημοσίευσης, την ιστοσελίδα «Μακεδονομάχοι», καθώς επίσης και την αρθρογράφο - συγγραφέα του άρθρου, Ευαγγελία Κ. Λάππα.