Μελάς Παύλος (Καπετάν Μιχαήλ Ζέζας, Πέτρος Δέδες)

Από Μακεδονομάχοι
Παύλος Μελάς
Παύλος Μελάς
(Καπετάν Μιχαήλ Ζέζας, Πέτρος Δέδες)
Μελάς Παύλος (Μιχαήλ Ζέζας).jpg
α/α101103
ΕπώνυμοΜελάς
ΌνομαΠαύλος
ΨευδώνυμοΚαπετάν Μιχαήλ Ζέζας, Πέτρος Δέδες
Τόπος καταγωγήςΠροκάλαμος
Νομός καταγωγήςΙωαννίνων
Ημερομηνία γέννησεως19 Μαρτίου 1870
Τόπος θανάτουΜελάς Καστοριάς
Ημερομηνία θανάτου13 Οκτωβρίου 1904
ΠατρώνυμοΜιχαήλ Μελάς
ΜητέραΕλένη Βουτσινά
Αδέλφια (Συνολικά)10
ΣύζυγοςΝαταλία Δραγούμη
Τέκνα (Αριθμός)2
Στρατιωτικός ΒαθμόςΑνθυπολοχαγός
Στρατιωτικό ΌπλοΠυροβολικό
Κλάδος Ενόπλων ΔυνάμεωνΣτρατός Ξηράς
Ιδιότητα ΜακεδονομάχουΟργανωτής Αρχηγός


Μελάς Παύλος (Καπετάν Μιχαήλ Ζέζας, Πέτρος Δέδες) (19 Μαρτίου 1870 - 13 Οκτωβρίου 1904) Κατά την διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα υπηρέτησε στο Πυροβολικό ως Ανθυπολοχαγός. Η ιδιότητά του στον Μακεδονικό Αγώνα ήταν Οργανωτής Αρχηγός.

Βιογραφικό

Ο Παύλος Μελάς γεννήθηκε στις 19 Μαρτίου 1870 στη Μασσαλία της Γαλλίας, με καταγωγή από το χωριό Προκάλαμο των Ιωαννίνων, και ήταν το τρίτο από τα δέκα παιδιά του Μιχαήλ Μελά και της Ελένης Βουτσινά. Το 1874, η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Ο πατέρας του βοηθούσε τους τότε αλύτρωτους Έλληνες, κυρίως Κρητικούς και Μακεδόνες, να επαναστατήσουν κατά των Τούρκων, στέλνοντάς τους όπλα.

Ο Παύλος Μελάς, αφού τελείωσε το σχολείο, σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε το 1892 ως ανθυπολοχαγός Πυροβολικού. Νυμφεύτηκε τη Ναταλία, κόρη του πολιτικού δικαστικού Στεφάνου Δραγούμη (καταγωγή από το Βογατσικό της Καστοριάς), και τον επόμενο χρόνο απέκτησε έναν γιο, που τον ονόμασε Μιχαήλ. Μαθαίνοντας παράλληλα για την κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρισκόταν εξαιτίας των Βουλγάρων, οι οποίοι έλεγαν πως δήθεν θα ελευθερώσουν τη Μακεδονία από τους Τούρκους, ενώ στην πραγματικότητα ήθελαν να την προσαρτήσουν στη Βουλγαρία, η υπό οθωμανικό ζυγό τότε ελληνικότατη περιοχή Μακεδονία περίμενε από στιγμή σε στιγμή να πάει εκεί και να πολεμήσει. Κάθε μέρα, άκουγε όλο και πιο πολλές δολοφονίες Ελλήνων από τους Βουλγάρους και δεν κρατιόταν, όπως και πολλοί από τους συναδέλφους του.

Μετά την αποτυχημένη επανάσταση στην Κρήτη του 1896-1897, τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897 και την επιβολή διεθνούς οικονομικού ελέγχου στην Ελλάδα, η κατάσταση στη Μακεδονία χειροτέρευσε και η βουλγαρική προπαγάνδα, εκμεταλλευόμενη την αδράνεια του ελεύθερου ελληνικού κράτους, ξεσπούσε με λύσσα πάνω στον ελληνισμό. Ο Παύλος Μελάς θεωρούσε ότι έπρεπε να αμυνθούν με όπλα οι Έλληνες, ειδάλλως θα έχανε η Ελλάδα τη Μακεδονία. Το 1902 ο αδελφός της γυναίκας του Παύλου Μελά, ο Ίων Δραγούμης, κατόπιν δικής του επιθυμίας, τοποθετήθηκε ως υποπρόξενος στο ελληνικό προξενείο της πόλης Μοναστήρι. Εκεί οργάνωσε την άμυνα των Ελλήνων εναντίον της βουλγαρικής προπαγάνδας και στήριζε τον ελληνισμό σε όλη τη Δυτική Μακεδονία. Παράλληλα, βλέποντας και ανησυχώντας για την κατάσταση που βρισκόταν ο τόπος, έγραφε συνεχώς στην ελληνική κυβέρνηση να στείλει ενισχύσεις, ώστε να γίνουν ένοπλες συγκρούσεις Ελλήνων και Βουλγάρων (βλέπε: Δραγούμης Ιωάννης).

Το ελεύθερο ελληνικό κράτος, λόγω της κατάστασης στην οποία βρισκόταν, δεν έδινε μεγάλες αποκρίσεις. Μονάχα, μετά τη βουλγαρική ψευδεπανάσταση του Ίλιντεν, στις 20 Ιουλίου 1903, όταν καταστράφηκαν ολόκληρα ελληνοχώρια στη Μακεδονία, αποφάσισε η τότε κυβέρνηση Θεοτόκη να αναλάβει μέτρα. Γι’ αυτό, το 1904, έστειλε για να διερευνήσουν την κατάσταση τέσσερις αξιωματικούς στη Μακεδονία, τον ανθυπολοχαγό Πυροβολικού Παύλο Μελά, τον ανθυπολοχαγό Πεζικού Αλέξανδρο Κοντούλη και τους λοχαγούς Πεζικού Αναστάσιο Παπούλα και Γεώργιο Κολοκοτρώνη. Όμως, επειδή οι Τούρκοι είχαν υποψιαστεί την παρουσία του Παύλου Μελά στη Μακεδονία, η ελληνική κυβέρνηση τον ανάγκασε να γυρίσει πίσω στην Αθήνα. Μετά από λίγες μέρες, ανακαλέστηκαν και οι υπόλοιποι αξιωματικοί.

Μετά από αυτό, ο Παύλος δεν μπορούσε να ησυχάσει ούτε μία στιγμή και έκανε τα πάντα για τη Μακεδονία. Τον Ιούνιο του 1904, πήγε στη Μακεδονία κρυφά, για να οργανώσει την ελληνική άμυνα κατά των Βουλγάρων στην Κοζάνη και, παρά τα εμπόδια που υπήρχαν, διότι δεν ήταν οργανωμένοι εκεί οι Έλληνες, κατάφερε τον σκοπό του. Ξαναγύρισε στην Αθήνα, όπου βρήκε καθαρότερες διαθέσεις. Τελικά, το ελληνικό Μακεδονικό Κομιτάτο, που είχε στο μεταξύ ιδρυθεί το 1904 στην Αθήνα, του έδωσε την άδεια να πάει στη Μακεδονία για τρίτη φορά, ως αρχηγός Σωμάτων Καστοριάς-Μοναστηρίου με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας.

Ενθάρρυνε Έλληνες να μένουν πιστοί στην Ορθοδοξία, επανέφερε χωριά, που είχαν προσχωρήσει από φόβο στη βουλγαρική Εξαρχία, στους κόλπους του Πατριαρχείου, αλλά όταν έπιανε Βουλγάρους Κομιτατζήδες αιχμάλωτους από μάχη, όχι μόνο δεν τους σκότωνε αλλά τους άφηνε ελεύθερους, με την προϋπόθεση ότι θα επέστρεφαν στην Ορθοδοξία και δεν θα πείραζαν ξανά τους Έλληνες. Περιόδευσε σε πολλά χωριά, όπως το Κουμανίτσοβο (σημερινή Λιθιά Καστοριάς), το Λέχοβο (σημερινό Ηρωικό Φλωρίνης), το Στρέμπενο (σημερινά Ασπρώγεια Φλωρίνης) και άλλα, συναντώντας πολλούς Έλληνες, που αγωνίζονταν κατά των Βουλγάρων.

Είχε σκοπό να φτάσει στο χωριό Ανταρτικό της Φλώρινας (τότε Ζέλοβο), για να συναντηθεί με τον Κρητικό οπλαρχηγό που δρούσε στη Μακεδονία, τον Ευθύμιο Καούδη, αλλά, στις 13 Οκτωβρίου 1904, επειδή στον δρόμο είχε άσχημο καιρό, αποφάσισαν να περάσουν τη νύχτα στο χωριό Στάτιστα (σημερινό Μελάς Καστοριάς), στο σπίτι του Μακεδονομάχου ιερέα Καντζάκη. Όμως, προδόθηκαν από τον Βούλγαρο Κομιτατζή Μήτρο Βλάχο στους Τούρκους, οι οποίοι περικύκλωσαν το σπίτι και μετά από ώρες μάχης, ο Παύλος Μελάς, επιχειρώντας έφοδο, πληγώθηκε στη μέση και ξεψύχησε. Τα παλικάρια του σκόρπισαν εδώ και κει. Κάποια κατάφεραν να γλιτώσουν κι εντάχθηκαν σε άλλα ελληνικά αντάρτικα Σώματα, εξακολουθώντας να αγωνίζονται για τον ελληνισμό. Τον Παύλο Μελά τον έθαψαν την ίδια νύχτα στη Στάτιστα οι κάτοικοι του χωριού.

Σὰν τέτοια ὥρα στὸ βουνό

(Παῦλος Μελᾶς)

Σὰν τέτοια ὥρα στὸ βουνό ὁ Παῦλος πληγωμένος μές στὸ νερό τοῦ αὐλακιοῦ ἤτανε ξαπλωμένος.

Δὲν κλαίω τὴ λαβωματιά, δὲν κλαίω καὶ τὸ βόλι, μόν’ κλαίω πῶς μὲ ἄφησε ἡ συντροφιά μου ὅλη.

Γιὰ σύρε Δῆμο μου πιστέ στὴν ποθητή πηγή μου φέρε λιγάκι κρύο νερό νὰ πλύνω τὴν πληγή μου.

Σταλαματιά τὸ αἷμα μου γιὰ Σὲ πατρίδα χύνω, γιὰ νὰ ’χεις δόξα καὶ τιμή ν’ ἀστράφτεις σὰν τὸν ἥλιο!

(Ἰωάννης Σακελλαρίδης, Τὸ μοιρολόι τοῦ Μοναστηρίου, Εὐαγγελία Κ. Λάππα, Εκδόσεις Πελασγός 2021)

Στο ελεύθερο ελληνικό κράτος, μόλις μαθεύτηκε ο θάνατος του Μελά, συγκινήθηκε όλος ο κόσμος, ακόμη κι αυτοί που δεν συμμερίζονταν τις αγωνίες του. Κάποιοι πήραν μέρος στον αγώνα είτε με όπλα είτε με την πένα τους, όπως ο Κωστής Παλαμάς, που έγραψε για τον Παύλο Μελά το ποίημα «Σε κλαίει λαός». Έτσι, με πρότυπο τη θυσία του Μελά, ξεκίνησε ο Μακεδονικός Αγώνας.

Φωτογραφίες

Βιβλιογραφία

  • (Β014) Μελά Ναταλίας Π, Παύλος Μελάς, Εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα 1998.
  • (Β039) Μενάγια Αρτέμιδος Π. (Χλόης Αχαϊκού), Παύλος Μελάς – Των Μακεδονομάχων ο ήρωας, Τόμος Α΄, Έκδοση περιοδικού «Προς τη Νίκη», Αθήνα 2003.
  • (Β040) Μενάγια Αρτέμιδος Π. (Χλόης Αχαϊκού), Παύλος Μελάς – Των Μακεδονομάχων ο ήρωας, Τόμος Β΄, Έκδοση περιοδικού «Προς τη Νίκη», Αθήνα 2003.
  • (Β024) Σπυρόπουλου Ιωάννου Ν, Τρείς Μεσσήνιοι Μακεδονομάχοι (Σπυρόπουλος – Λυμπερόπουλος – Αγαπηνός), Ιδιωτική Έκδοση, Καλαμάτα 1977.

Πηγές



Κάθε αναδημοσίευση του παρόντος άρθρου θα πρέπει να αναφέρει ως πηγή της αναδημοσίευσης, την ιστοσελίδα «Μακεδονομάχοι», καθώς επίσης και την αρθρογράφο - συγγραφέα του άρθρου, Ευαγγελία Κ. Λάππα.